“Less but better meat”: Ο νέος όρος στη διατροφή, που κατακτά τις χώρες υψηλού εισοδήματος

Screenshot 2022-06-29 at 11-09-54 ΚΡΕΑΣ ΨΗΤΟ - Αναζήτηση Google

Ο όρος «λιγότερο αλλά καλύτερο» είναι μια ρεαλιστική και σχετικά νέα προσέγγιση για την αντιμετώπιση των προκλήσεων βιωσιμότητας της κατανάλωσης και της παραγωγής κρέατος.

Οι ορισμοί του «λιγότερο» και του «καλύτερου» στερούνται σαφήνειας. Μια νέα μελέτη διερεύνησε τις ερμηνείες αυτών των εννοιών, βρίσκοντας αυξανόμενη χρήση του «λιγότερο αλλά καλύτερο» στη βιβλιογραφία από τα δυτικά, υψηλού εισοδήματος περιβάλλοντα.

Το παγκόσμιο σύστημα τροφίμων είναι η πηγή πολλών και ποικίλων περιβαλλοντικών και κοινωνικών πιέσεων. Ο σεβασμός των ορίων του πλανήτη μας, με παράλληλη παροχή επαρκούς και θρεπτικής τροφής για όλους, απαιτεί βελτιώσεις στην παραγωγή, μείωση των αποβλήτων και μετασχηματισμό των διατροφικών προτύπων. Αύξηση των εισοδημάτων, αστικοποίηση και δυτικοποίηση των δίαιτων, οδήγησαν σε παγκόσμια αύξηση της ετήσιας κατανάλωσης κρέατος από 23 kg ανά άτομο το 1961 σε 43 kg ανά άτομο το 2018 (το αναφερόμενο, είναι το βάρος σφαγής).

Στις χώρες υψηλού εισοδήματος, η κατανάλωση κρέατος πρέπει να μειωθεί δραστικάκαι υπάρχει εκτενής βιβλιογραφία που συγκρίνει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των κρεάτων σε σχέση με άλλα τρόφιμα και τον αντίκτυπο των διαφορετικών δίαιτων. Το ακριβές μέγεθος των μειώσεων, και ο τρόπος επίτευξής τους, αποτελεί πηγή συζήτησης εντός της ακαδημαϊκής κοινότητας, των δημοφιλών μέσων ενημέρωσης και των κύκλων χάραξης πολιτικής.

Η κατανάλωση και η παραγωγή «λιγότερου αλλά καλύτερου» κρέατος έχει προταθεί από τους ερευνητές και μη κυβερνητικές οργανώσεις ως μια πιο πολιτικά εφικτή στρατηγική, σε σχέση με το να ζητάμε αποκλειστικά μείωση του κρέατος. Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι το «λιγότερο αλλά καλύτερο» κρέας είναι μια έννοια που χρειάζεται σαφήνεια. Το πόσο «λιγότερο» είναι και τι πρέπει να προσφέρει το «καλύτερο» εξαρτάται, μεταξύ άλλων, από τις πτυχές βιωσιμότητας που εξετάζονται, το τοπικό πλαίσιο και τα επιθυμητά αποτελέσματα του συστήματος τροφίμων.

Η μελέτη εντόπισε 35 σχετικές μελέτες, με τον όρο «λιγότερο αλλά καλύτερο» να έχει τύχει μεγαλύτερης προσοχής τα τελευταία χρόνια. Τα δύο τρίτα (n = 24) των άρθρων δημοσιεύθηκαν μεταξύ 2018 και 2021 και όλα (εκτός από ένα) από συγγραφείς στην Ευρώπη, τις Ηνωμένες Πολιτείες ή την Αυστραλία, αποδεικνύοντας ότι αυτή η έννοια χρησιμοποιείται περισσότερο σε δυτικά περιβάλλοντα υψηλού εισοδήματος όπου η υπερκατανάλωση κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων είναι μεγαλύτερη, και όπου η μετάβαση σε πιο βιώσιμες δίαιτες που υποστηρίζονται από τη βιώσιμη παραγωγή είναι πιο πιεστική.

Ορισμοί που βασίζονται στα αποτελέσματα και στην πράξη

Τα περισσότερα άρθρα (22) ορίζουν το «λιγότερο αλλά καλύτερο» στο πλαίσιο της μελέτης τους, αλλά 13 παραθέτουν έναν ορισμό από μια εναλλακτική πηγή. Υπήρξε ευρεία συμφωνία ότι το «λιγότερο αλλά καλύτερο» κρέας θα πρέπει να αποφέρει θετικά αποτελέσματα για την καλή μεταχείριση των ζώων, την ανθρώπινη υγεία και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα.

Πόσο είναι το «λιγότερο»;

Όλες οι μελέτες αναφέρονταν στην ανάγκη για μειωμένη κατανάλωση, αλλά μόνο οκτώ την ποσοτικοποίησαν. Οι ποσοτικοποιήσεις ήταν κυρίως σχετικές, χρησιμοποίησαν διαφορετικές μονάδες (για παράδειγμα, γραμμάρια τροφής έναντι πρωτεΐνης) και ορισμούς (τρόφιμα ζωικής προέλευσης έναντι ζωικών πρωτεϊνών έναντι κρέατος). Οι συστάσεις για τον περιορισμό της κατανάλωσης κυμαίνονταν από 9 έως 105 g κατά κεφαλήν την ημέρα.

Τι είναι το «καλύτερο»;

Οι ερμηνείες του «καλύτερου» διέφεραν όσον αφορά τη βιωσιμότητα, το κλίμα, τη χρήση της γης (κρέας που τρέφεται με χόρτο ελαχιστοποιώντας τον ανταγωνισμό ζωοτροφών-τροφίμων) και την καλή μεταχείριση των ζώων. Οκτώ μελέτες συζήτησαν την ποιότητα της διατροφής, δύο από τις οποίες τη συνδέουν με την καλή μεταχείριση των ζώων. Τα βοοειδή που τρέφονται με χόρτο και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, είναι πιο εντατικά σε εκπομπές όταν αξιολογούνται με βάση το βάρος του προϊόντος, αλλά έχουν οφέλη για άλλους τομείς βιωσιμότητας.

Η βιοποικιλότητα αναφέρθηκε συχνά, αλλά σπάνια ως κριτήριο για «καλύτερη», συμπεριλαμβανομένης της βόσκησης για την προώθηση της βιοποικιλότητας. Η υγεία ή η διατροφή αναφέρθηκαν συχνά σχετικά με το «λιγότερο» κρέας. Σε σχέση με τον όρο «καλύτερο», έγινε λόγος επίσης στην περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες και αναφέρθηκαν ζητήματα δημόσιας υγείας, όπως η ποιότητα του αέρα που συνδέονται με την εντατική παραγωγή.

Η χρήση γλυκού νερού, η ισορροπία των θρεπτικών στοιχείων ή ο ευτροφισμός, οι ορμόνες, τα αντιμικροβιακά και οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί επίσης σχολιάστηκαν ως προς το αντίκτυπό τους για τη δημόσια υγεία. Μια δημοσίευση ανέφερε ότι οι Κινέζοι καταναλωτές προτιμούν το βιομηχανικά παραγόμενο κρέας το οποίο συνδέουν με την ποιότητα και την ασφάλεια.

Τα βιολογικά θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι προσφέρουν στον όρο «καλύτερα» επειδή οι βιολογικές ετικέτες είναι οι πιο αναγνωρισμένες ενδείξεις που διατίθενται στους καταναλωτές. Οι καταναλωτές που επιλέγουν βιολογικά προϊόντα διαπιστώνεται ότι τηρούν περισσότερο και άλλες συμπεριφορές που προάγουν τη βιωσιμότητα, όπως η κατανάλωση λιγότερου κρέατος.

Αλληλεπιδράσεις μεταξύ «λιγότερου» και «καλύτερου»

Ένα πλεονέκτημα του «λιγότερο αλλά καλύτερο» είναι η εξέταση τόσο της παραγωγής όσο και της κατανάλωσης, υποστηρίζοντας τον εντοπισμό συμβιβασμών και αποτελεσμάτων win-win.

Το «λιγότερο» θεωρήθηκε μερικές φορές ως προϋπόθεση για το «καλύτερο» – για παράδειγμα, “η σημαντική μείωση της παραγωγής εκτρεφόμενων ζώων… προκειμένου να βελτιωθούν τα πρότυπα παραγωγής για τα υπόλοιπα ζώα”. Το «less for better» σε τοπική κλίμακα θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τις τοπικές επιπτώσεις της ζωικής παραγωγής, αλλά αν δεν μειωθεί η εθνική κατανάλωση, η στρατηγική αυτή κινδυνεύει να μειώσει τις επιπτώσεις στην παραγωγή τροφίμων και να αυξήσει την εξάρτηση από τα εισαγόμενα αγαθά.

Μια άλλη ερμηνεία ήταν ότι η «καλύτερη» επιλογή είναι να τρώμε «λιγότερο» κρέας («λιγότερο ως καλύτερο»), με δευτερεύοντα στόχο τη βελτίωση της παραγωγής. Υπάρχουν εμπορικές προκλήσεις όσον αφορά την προώθηση του «λιγότερου» χωρίς το «καλύτερο» και θα χρειαζόταν μια συντονισμένη κοινωνική προσπάθεια, συμπεριλαμβανομένων παρεμβάσεων πολιτικής, για να καταστεί αυτό δυνατό. Η άποψη αυτή παραβλέπει επίσης ότι οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις των τροφίμων εμφανίζονται κυρίως στο στάδιο της παραγωγής.

Ένα αντικρουόμενο αφήγημα που όριζε το «καλύτερο» ως το κρέας με χαμηλότερη ένταση εκπομπών ανά μονάδα παραγωγής (βιώσιμη εντατικοποίηση), το οποίο θα επέτρεπε την αμετάβλητη κατανάλωση, δηλαδή το «καλύτερο» χωρίς το «λιγότερο». Αυτό, ωστόσο, αγνοεί την ανάγκη μείωσης της κατανάλωσης κρέατος από πληθυσμό υψηλού εισοδήματος. Το «καλύτερο» χωρίς «λιγότερα» θα μπορούσε έτσι να αποτελέσει συγκάλυψη της διατήρησης της υφιστάμενης κατάστασης.

Για να διαβάσετε ολόκληρη αυτή την πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη, πατήστε εδώ

Πηγή

marmaga

Ο marmagas είναι ο δημιουργός του blog tismarmagas.wordpress.com. Μετά την επιτυχημένη πορία 2 χρόνων μετέφερε όλα του τα άρθρα στο ανανεωμένο πλέον marmaga.net...


Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *