ΠΟΥ: Στο κάπνισμα οφείλεται το 17% των θανάτων σε Ελληνες άνω των 30 ετών
«Το κάπνισμα αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες νοσηρότητας και θνησιμότητας στην Ελλάδα », επισημαίνει η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία (Ε.Π.Ε.), με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καπνίσματος.
Σε συνέντευξη Τύπου, ο Μιχάλης Τουμπής, πρόεδρος της Ε.Π.Ε. και Συντονιστής Διευθυντής της 6ης Πνευμονολογικής Κλινικής του ΓΝΝΘΑ «Η Σωτηρία» τόνισε ότι, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.), το κάπνισμα αυτό καθ’ αυτό είναι νόσος και, μάλιστα, η συχνότερη χρόνια νόσος του αναπτυγμένου κόσμου.
«Σε παγκόσμιο επίπεδο, περίπου 6 εκατομμύρια θάνατοι, ετησίως, αποδίδονται στο κάπνισμα, ένας αριθμός που αντιστοιχεί στο 10% της συνολικής παγκόσμιας θνησιμότητας και αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά την επόμενη 20ετία» είπε και συμπλήρωσε ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κάθε χρόνο, 650.000 θάνατοι οφείλονται σε νοσήματα που σχετίζονται αιτιολογικά με το κάπνισμα. Ο μέσος όρος ηλικίας αυτών που πεθαίνουν, κυμαίνεται μεταξύ 35 έως 69 ετών, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό των θανάτων αφορά σε παθητικούς καπνιστές. Ο ΠΟΥ υπολογίζει ότι το κάπνισμα αποτελεί τη βασική αιτία του 17% των θανάτων σε Έλληνες άνω των 30 ετών.
Στο οικονομικό κόστος του καπνίσματος για τη χώρα μας και τη δυνατότητα βελτίωσης της οικονομικής κρίσης, μέσω της αντιμετώπισης της επιδημίας του καπνού, αναφέρθηκε η Παρασκευή Κατσαούνου, Επίκουρη Καθηγήτρια Πνευμονολογίας, πρόεδρος της Ομάδας Διακοπής Καπνίσματος, Ελέγχου του καπνού, Ιατρικής Εκπαίδευσης και Προαγωγής Υγείας της Ε.Π.Ε. και της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρίας (E.R.S.).
Με βάση τα πρόσφατα δεδομένα, το άμεσο κόστος του καπνίσματος στη χώρα μας ανέρχεται στα 1,76 δισ. ευρώ (7,9% της συνολικής δαπάνης υγείας-συντηρητική εκτίμηση, πλέον ≈10%), ενώ συνολικά η οικονομική επιβάρυνση εκτιμάται στα 3,27 δισ. ευρώ (1,5 – 1,7%% του ΑΕΠ). Επιπλέον, σύμφωνα με στοιχεία του 2011, το κόστος της νοσοκομειακής φροντίδας, εξαιτίας του καπνίσματος, ήταν 554 εκατ. ευρώ, ετησίως, απόρροια των 199.028 εισαγωγών σε νοσοκομεία της χώρας.
Η Χριστίνα Γκράτζιου, Καθηγήτρια Πνευμονολογίας του Ε.Κ.Π.Α., μέλος του ΔΣ της ERS και πρόεδρος του Ειδικού Συμβουλίου που ασχολείται με θέματα Αναπνευστικής και Δημόσιας Υγείας, αναφέρθηκε στην Κοινοτική Οδηγία για τα Προϊόντα Καπνού (Tobacco Product Directive – TPD) , η οποία έπρεπε να είχε εφαρμοστεί από όλες τις χώρες έως τις 20 Μαΐου 2016, περιλαμβάνει την εφαρμογή ορισμένων κανόνων όσον αφορά τα προϊόντα καπνού (τσιγάρα και στριφτό καπνό) και στοχεύει αφενός στη μείωση του αριθμού των καπνιστών και αφετέρου στη διασφάλιση της πλήρους και ορθής ενημέρωσης των Ευρωπαίων πολιτών αναφορικά με τις επιβλαβείς επιπτώσεις της χρήσης των προϊόντων καπνού.
«Η εφαρμογή της TPD είναι μία κατάκτηση για τη Δημόσια Υγεία, καθώς το κοινωνικό και οικονομικό όφελος από τη μείωση της θνησιμότητας και νοσηρότητας είναι αναμφισβήτητο για την υγεία των πολιτών και τα συστήματα Υγείας», δήλωσε η κ. Γκράτζιου. «Υπολογίζεται ότι μία μείωση της χρήσης των τσιγάρων κατά 2% θα μειώσει κατά 2,4 εκατ. τον αριθμό των καπνιστών στην Ευρώπη, με παράλληλη σημαντική μείωση της εμφάνισης νοσημάτων, που προκαλεί το κάπνισμα, μείωση του κόστους νοσηλειών και θεραπειών και, επομένως, σημαντικό όφελος από τη μείωση του κόστους υγείας που υπολογίζεται στα 506 εκατ. ευρώ».
Στα Ιατρεία Διακοπής Καπνίσματος (Ι.Δ.Κ.) της Ε.Π.Ε., που λειτουργούν σε όλη την Ελλάδα, αναφέρθηκε η Ιωάννα Μητρούσκα, Διευθύντρια ΕΣΥ Πνευμονολογικής Κλινικής ΠΑΓΝΗ και Συντονίστρια της Ομάδας Διακοπής Καπνίσματος της Ε.Π.Ε., καθώς και στα στοιχεία πρόσφατης έρευνας, που κατέδειξαν ότι οι καπνιστές δεν γνωρίζουν τι είναι τα Ιατρεία Διακοπής και πώς μπορούν να τα προσεγγίσουν.
«Στα περισσότερα από 15 χρόνια της λειτουργίας τους τα Ι.Δ.Κ. έγιναν θεσμός, έχοντας παρακολουθήσει πολλές δεκάδες χιλιάδες καπνιστών με τα υψηλότερα ποσοστά επιτυχίας στη διακοπή του καπνίσματος στην Ευρώπη» δήλωσε η κ. Μητρούσκα.
«Δυστυχώς, λόγω της άγνοιας του κοινού για τα Ι.Δ.Κ., μόνο το 20% εκείνων που επιθυμούν να διακόψουν το κάπνισμα έχει τη δυνατότητα να κάνει μία οργανωμένη προσπάθεια, η οποία, όμως, συχνά δεν γίνεται με επιστημονικά αποδεδειγμένους τρόπους.