Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης παραχωρεί με χαμηλό ενοίκιο εκτάσεις για καλλιέργεια – 92.637 Στρέμματα στην Καστοριά και 109.378 Στρέμματα στην Πέλλα
Σε 1,799 εκατ. στρέμματα καταγράφονται οι παραγωγικές εκτάσεις που ανήκουν στην ιδιοκτησία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων και προορίζονται να παραχωρηθούν,
έναντι χαμηλού αντιτίμου ενοικίασης, με στόχο τη στήριξη της αγροτικής οικονομίας. Για τα 1.736.135 στρέμματα των παραπάνω αγρών, δενδρωδών και άλλων αξιοποιήσιμων αγροτικών εκτάσεων, το υπουργείο έχει ολοκληρώσει την σε βάθος «χαρτογράφησή» τους, με την «Εφ.Συν.» να παρουσιάζει σήμερα την κατανομή τους σε 40 νομούς της χώρας (βλ. πίνακα).
Το ενδιαφέρον συμπέρασμα από τα συγκεκριμένα στοιχεία είναι ότι η συντριπτική πλειονότητα αυτών των εκτάσεων και συγκεκριμένα το 84% (1.456.665 στρέμματα) βρίσκεται στους 16 νομούς της Μακεδονίας και της Θράκης.
Σε επίπεδο «Καλλικρατικών» Περιφερειών, το 36% του συνόλου των εκτάσεων βρίσκεται στη Δυτική Μακεδονία (631.501 στρέμματα), το 31% στην Κεντρική Μακεδονία (541.428 στρέμματα) και το 17% σε Ανατολική Μακεδονία – Θράκη (282.736 στρέμματα).
Τα συγκεκριμένα παραγωγικά ακίνητα, βάσει του σχεδιασμού του υπουργείου, προορίζονται να δοθούν, με μακροχρόνιες ενοικιάσεις, σε ομάδες παραγωγών, συνεταιρισμούς, κατ’ επάγγελμα αγρότες, νέους αγρότες (με στόχο να αυξήσουν και όχι να αποκτήσουν κλήρο), καθώς και σε ανέργους, εγγεγραμμένους στον ΟΑΕΔ.
Η συντριπτική πλειονότητα των εκτάσεων που πρόκειται να παραχωρηθούν έναντι τιμήματος με στόχο τη στήριξη της αγροτικής οικονομίας -το 84%, δηλαδή 1.456.665 στρέμματα- βρίσκεται στους 16 νομούς της Μακεδονίας και της Θράκης
Στόχος, να αναπτυχθούν νέες βιώσιμες αγροτικές εκμεταλλεύσεις, να γίνουν περισσότερο ανταγωνιστικές υπάρχουσες εκμεταλλεύσεις μειώνοντας το κόστος παραγωγής, αλλά και να εισαχθεί μια κουλτούρα συνεκμεταλλεύσεων, με απώτερο σκοπό την ενίσχυση του συνεταιριστικού κινήματος.
Λόγου χάριν, να διευκολυνθούν συνέργειες μεταξύ αγροτών και κτηνοτρόφων, με αμφίπλευρα οφέλη από την καλλιέργεια ζωοτροφών. Η μίσθωσή τους θα γίνει σε τιμές κατώτερες της κτηματαγοράς, έπειτα από την αξιολόγηση των ακινήτων από αρμόδιες επιτροπές.
Τα παραγωγικά ακίνητα θα μπορούν να αποτελέσουν εγγυήσεις για τραπεζική μόχλευση και χρηματοδότηση επενδύσεων στον αγροτικό τομέα, πρόβλεψη που προφανώς θα αποδειχθεί ωφέλιμη κυρίως σε νέους αγρότες.
Μοριοδότηση
Αυτή τη στιγμή «τρέχουν» οι διαδικασίες για τον πλήρη καθορισμό των κριτηρίων διανομής της αγροτικής γης, ωστόσο, φαίνεται ότι στο μεγαλύτερό τους σκέλος θα ακολουθήσουν τις διατάξεις του νόμου 4061/2012 που αφορά τη διαχείριση ακινήτων του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και περιλαμβάνει κριτήρια παραχώρησης παραγωγικών ακινήτων για όλες τις προαναφερθείσες κατηγορίες υποψηφίων.
Η μοριοδότηση που περιγράφεται στον συγκεκριμένο νόμο πριμοδοτεί την εντοπιότητα, τους νέους αγρότες, αλλά και τους κατόχους μικρού (ιδιόκτητου ή μισθωμένου) κλήρου.
Για παράδειγμα μοριοδοτείται με 100 βαθμούς ένας καλλιεργητής (ή άνεργος ιδιοκτήτης) έκτασης έως 4 στρεμμάτων και με 10 βαθμούς κάποιος που εκμεταλλεύεται ή κατέχει έκταση μεταξύ 80 και 100 στρεμμάτων.
Πιο υψηλή μοριοδότηση (180 βαθμοί) προβλέπεται για ανέργους εγγεγραμμένους στον ΟΑΕΔ, αλλά υψηλότερη όλων (300 βαθμών) είναι η μοριοδότηση αγροτικών συνεταιρισμών ή ομάδων παραγωγών με δέσμευση καλλιέργειας για: α) παραγωγή τροφίμων (φυτικής ή ζωικής προέλευσης) ενταγμένων στον στρατηγικό σχεδιασμό της Περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο, β) για παραγωγή χονδροειδών ή συμπυκνωμένων ζωοτροφών και γ) για βόσκηση.
Πρέπει να σημειωθεί ότι σε περίπτωση που οι ενδιαφερόμενοι για το παραγωγικό ακίνητο συγκεντρώνουν την ίδια βαθμολογία, επιλέγεται με σειρά προτίμησης πρώτα ο μόνιμος κάτοικος της περιοχής και στη συνέχεια ο νεότερος σε ηλικία υποψήφιος, σύμφωνα πάντα με τον ν. 4061/2016. Τα παραπάνω αφορούν εκτάσεις έως 100 στρεμμάτων, πλην της περίπτωσης χρήσης ακινήτου για βόσκηση όπου δεν υπάρχει στρεμματικός περιορισμός.
Μια νέα αρχή
Η αξιοποίηση της δημόσιας γης που είναι κατάλληλη για αγροτική εκμετάλλευση θα γίνει διαμέσου του «Οργανισμού Διαχείρισης Ακινήτων Γαιών και Εξοπλισμών» (ΟΔΙΑΓΕ), που έχει τη μορφή ανώνυμης εταιρείας.
Το σχέδιο ενοικίασης δημόσιας παραγωγικής γης μοιάζει πιο ελκυστικό για τον κόσμο της υπαίθρου· όσους παραγωγούς θέλουν να επεκτείνουν την έκταση της καλλιεργήσιμης γης τους και, βεβαίως, όσους νέους θέλουν να κάνουν τα πρώτα τους βήματα στον πρωτογενή τομέα στον τόπο καταγωγής τους.
Ανάμεσα στα αποτελέσματα που αναμένονται από την εφαρμογή αυτής της πολιτικής είναι η ανανέωση του αγροτικού πληθυσμού με τη διατήρηση των νέων στην ύπαιθρο.
Σε επίπεδο «Καλλικρατικών» Περιφερειών, το 36% του συνόλου των εκτάσεων βρίσκεται στη Δυτική Μακεδονία (631.501 στρέμματα), το 31% στην Κεντρική Μακεδονία (541.428 στρέμματα) και το 17% σε Ανατολική Μακεδονία – Θράκη (282.736 στρέμματα)
Οσον αφορά περιπτώσεις νέων αστών, που θέλουν να εγκαταλείψουν τις πόλεις και να κάνουν μια νέα αρχή στην αγροτική παραγωγή, γνώστες του χώρου επισημαίνουν τρεις προϋποθέσεις που διασφαλίζουν την επιτυχία μιας τέτοιας επιλογής: α) την εκμετάλλευση κατάλληλης αγροτικής έκτασης, β) την κατοχή κατάλληλου κεφαλαίου, γ) την απαραίτητη εκπαίδευση (την κυριότερη, ίσως, των προϋποθέσεων).
Σε περιπτώσεις νέων, που θα έχουν τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν δημόσια παραγωγική γη, ποιες καλλιέργειες θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια βέλτιστη επιλογή;
Θέτοντας ένα σχετικό ερώτημα, ο αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Φυτικής Παραγωγής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Δ. Μπιλάλης, ήταν σαφής στην απάντησή του:
«Κάθε Περιφέρεια μπορεί να βρει στοιχεία για τη γη της, να ταξινομήσει τις εκτάσεις και να προτείνει δράσεις. Για παράδειγμα, ένα κτηνοτροφικό πάρκο ή την καλλιέργεια ζωοτροφών ή αρωματικών φυτών, αν και για την τελευταία περίπτωση είναι μεγάλος ο μύθος ότι φέρνουν γιγαντιαία εισοδήματα.
»Είναι εύκολο κάθε Περιφέρεια να κάνει τον στρατηγικό της σχεδιασμό, αλλιώς θα κάνουμε τους ανθρώπους να ρισκάρουν, ενδεχομένως και τα τελευταία τους χρήματα. Οι Περιφέρειες ξέρουν τι να προτείνουν. Μέσω του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης και άλλων μέτρων, οι παραγωγοί και οι νέοι αγρότες μπορούν να ενισχυθούν οικονομικά».
Η συνολική ακίνητη περιουσία
Σε περίπου 11,6 εκατ. στρέμματα ανέρχεται η συνολική ακίνητη περιουσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων, σύμφωνα με την καταγραφή της αρμόδιας ομάδας εργασίας.
Το μεγαλύτερο μέρος της (7,3 εκατ. στρέμματα) είναι βοσκές και χορτολιβαδικές εκτάσεις, που αναμένεται να αξιοποιηθούν ως βοσκότοποι.
Δάση αποτελούν περίπου 2,448 εκατ. στρέμματα, αγρούς και λοιπές αξιοποιήσιμες παραγωγικές εκτάσεις αποτελούν τα 1,799 εκατ. στρέμματα, ενώ περίπου 60.000 στρέμματα είναι οικόπεδα σε αστικές περιοχές, που -σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό- αναμένεται να αξιοποιηθούν από το υπουργείο Οικονομικών.
Αγνωστη είναι προς το παρόν η συνολική έκταση των καταπατημένων, ωστόσο οι υφιστάμενες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για 450.000 στρέμματα.
Στον σχεδιασμό του υπουργείου είναι, με την ολοκλήρωση της καταγραφής, να υπάρξει λύση για τη νομιμοποίηση καταπατημένων εκτάσεων, έναντι αποζημίωσης του Δημοσίου.
Δημοπρασίες για μεγάλες επενδύσεις
Για μεγαλύτερες εκτάσεις που μπορούν να αξιοποιηθούν σε οποιαδήποτε δραστηριότητα του πρωτογενούς τομέα, καθώς και για επενδύσεις άνω των 3 εκατ. ευρώ, για την ίδρυση ή επέκταση βιοτεχνικών και βιομηχανικών εγκαταστάσεων, ή για επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κ.λπ., ο παραπάνω νόμος προβλέπει τη διενέργεια δημοπρασιών.
Πλειοδοτικές διαδικασίες θα διενεργηθούν. Στελέχη του υπουργείου παραδέχονται ότι μια τέτοια περίπτωση εγκυμονεί τον κίνδυνο συγκέντρωσης των προς αξιοποίηση εκτάσεων στα χέρια λίγων κεφαλαιούχων, εξετάζουν όμως ασφαλιστικές δικλίδες που δεν θα νοθεύουν τον ανταγωνισμό, όπως τονίζουν.
Διευκρινίζουν ακόμη ότι κάθε επενδυτική πρόταση που θα κατατεθεί, θα αξιολογείται και εφόσον υλοποιηθεί θα παρακολουθείται, με επιδίωξη όχι μόνο την εποπτεία, αλλά και τη στήριξή της.
Μέχρι στιγμής δεν έχει μισθωθεί κάποιο από τα ακίνητα που βρίσκονται στην ιδιοκτησία του υπουργείου, αλλά στις αρμόδιες υπηρεσίες κατατίθενται αρκετά αιτήματα τον τελευταίο μήνα, κυρίως για εκτάσεις μικρότερες των 100 στρεμμάτων. Η μίσθωση των σχολαζουσών γαιών υπολογίζεται να ξεκινήσει εντός του πρώτου τριμήνου του 2017.