Η πιο ολοκληρωμένη ανάλυση των FT: Γιατί η Ελλάδα δεν έχει τίποτα να χάσει αν πει «όχι» στους πιστωτές
Με ένα άρθρο-φωτιά, οι Financial Times καλούν στην ουσία τον Αλέξη Τσίπρα να μην υποχωρήσει στις αξιώσεις των πιστωτών. Μέσω συγκεκριμένων στοιχείων αναλύουν γιατί δεν πρόκειται να χάσει τίποτε αν πει «όχι» κηρύσσοντας πτώχευση, ακόμη και αν υπάρξει Grexit.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο των FT:
«Ωστε εδώ είμαστε. Είπαν στον Αλέξη Τσίπρα «take it or leave it». Τι πρέπει να πράξει;
Ο Ελληνας Πρωθυπουργός δεν έχει να αντιμετωπίσει εκλογές μέχρι τον Ιανουάριο του 2019. Οποια πορεία και αν αποφασίσει τώρα, θα πρέπει να αποδώσει καρπούς μέσα σε τρία χρόνια ή και λιγότερο.
Κατ ‘αρχάς, τα δύο ακραία σενάρια: αποδέχεται την τελική προσφορά των πιστωτών ή αποχωρεί από τη ζώνη του ευρώ. Αποδεχόμενος την προσφορά, θα πρέπει να συμφωνίσει σε μια δημοσιονομική προσαρμογή της τάξης του 1,7% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, εντός έξι μηνών.
Ο συνάδελφός μου Martin Sandbu υπολόγισε πώς μια προσαρμογή τέτοιας κλίμακας θα μπορούσε να επηρεάσει την ελληνική ανάπτυξη. Εγώ τώρα επεκτείνω αυτό τον υπολογισμό, για να συμπεριλάβω το συνολικό τετραετές πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, όπως ζητούν οι πιστωτές. Βασισμένος στις ίδιες παραδοχές που κάνει για το πώς η δημοσιονομική πολιτική και το ΑΕΠ αλληλοεπηρεάζονται – μια αμφίδρομη διαδικασία – φτάνω σε ένα συμπέρασμα ότι θα υπάρξει πλήγμα του επιπέδου του ΑΕΠ της τάξης του 12,6% σε διάστημα τεσσάρων ετών.
Ο λόγος του ελληνικού χρέους προς το ΑΕΠ θα αρχίσει να προσεγγίζει το 200%.
Το συμπέρασμά μου είναι πως η αποδοχή των προγραμμάτων της τρόικας θα αποτελούσε διπλή αυτοκτονία – για την ελληνική οικονομία, καθώς και για την πολιτική σταδιοδρομία του Έλληνα πρωθυπουργού.
Θα μπορούσε το αντίθετο – ακραίο σενάριο – ενός Grexit να έχει καλύτερο αποτέλεσμα;
Μπορείτε να στοιχηματίσετε ότι θα ήταν, για τρεις λόγους.
1. Το πιο σημαντικό αποτέλεσμα θα ήταν πως η Ελλάδα θα είναι σε θέση να απαλλαγεί από τις τρελές δημοσιονομικές προσαρμογές.
Η Ελλάδα θα μπορούσε να έχει ανάγκη να «τρέξει» με ένα μικρό πρωτογενές πλεόνασμα, το οποίο μπορεί να απαιτήσει μια εφάπαξ προσαρμογή αλλά αυτό είναι.
Η Ελλάδα θα κήρυττε πτώχευση έναντι όλων των επίσημων πιστωτών της: Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, καθώς και για τα διμερή δάνεια από τους ευρωπαίους πιστωτές της.
Αλλά θα εξυπηρετεί όλα τα δάνεια του ιδιωτικού τομέα με το στρατηγικό στόχο να ανακτήσει την πρόσβαση στην αγορά λίγα χρόνια αργότερα.
2. Ο δεύτερος λόγος είναι η μείωση του ρίσκου. Μετά από ένα Grexit,κανείς δεν θα φοβάται τον κίνδυνο μετατροπή νομίσματος. Και η πιθανότητα μιας χρεοκοπίας θα ήταν πολύ μειωμένη, καθώς η Ελλάδα θα είχε ήδη κηρύξει στάση πληρωμών στους επίσημους πιστωτές της και θα ήταν πολύ πρόθυμη να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη μεταξύ των ιδιωτών επενδυτών.
3. Ο τρίτος λόγος είναι ο αντίκτυπος στην θέση της οικονομίας στο εξωτερικό. Σε αντίθεση με τις μικρές οικονομίες της Βόρειας Ευρώπης, η Ελλάδα είναι μια σχετικά κλειστή οικονομία.
Περίπου τα τρία τέταρτα του ΑΕΠ είναι εγχώρια. Το υπόλοιπο 1/4 που δεν είναι εγχώριο, τα περισσότερα προέρχονται από τον τουρισμό, κλάδος ο οποίος θα επωφεληθεί από την υποτίμηση. Η συνολική επίδραση της υποτίμησης δεν θα ήταν τόσο ισχυρή όσο θα ήταν για μια ανοικτή οικονομία, όπως η Ιρλανδία, αλλά θα ήταν επωφελής, ωστόσο. Από τις τρεις επιπτώσεις,η πρώτη είναι η πιο σημαντική βραχυπρόθεσμα, ενώ η δεύτερη και η τρίτη θα κυριαρχήσουν μακροπρόθεσμα.
Ενα Grexit, ασφαλώς, έχει παγίδες, ως επί το πλείστον βραχυπρόθεσμες.
Μια ξαφνική εισαγωγή του νέου νομίσματος θα ήταν χαοτική. Η κυβέρνηση θα αναγκαστεί να επιβάλει ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων και να κλείσουν τα σύνορα. Αυτές οι απώλειες χρόνου, θα είναι σημαντικές, αλλά όταν το χάος υποχωρήσει η οικονομία θα ανακάμψει γρήγορα.
Συγκρίνοντας τα δύο αυτά σενάρια, θυμάμαι την παρατήρηση Σερ Ουίνστον Τσώρτσιλ ότι η μέθη, σε αντίθεση με την ασχήμια, είναι μια κατάσταση που υποχωρεί. Το πρώτο σενάριο είναι απλά άσχημο, και θα παραμείνει πάντα έτσι. Το δεύτερο, σου δίνει ένα hangover, αλλά ακολουθεί η νηφαλιότητα.
Επομένως, εάν αυτό ήταν η επιλογή, οι Έλληνες θα είχαν έναν λογικό λόγο να προτιμούν Grexit. Αυτό, ωστόσο, δεν είναι η επιλογή που πρέπει να ληφθεί αυτή την εβδομάδα. Η επιλογή είναι μεταξύ της αποδοχής ή απόρριψης προσφοράς των πιστωτών. Το Grexit είναι πιθανό, αλλά όχι βέβαιο.
Αν ο κ Τσίπρας επρόκειτο να απορρίψει την προσφορά και να χάσει την τελευταία προθεσμία – το Eurogroup της 18ης Ιουνίου – θα κατέληγε να αθετήσει την αποπληρωμή του χρέους τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Σε εκείνο το σημείο, η Ελλάδα θα παραμένει στη ζώνη του ευρώ και θα αναγκαζόταν να αποχωρήσει μόνο αν η ΕΚΤ θα μείωνε τη ροή της ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες κάτω από το ανεκτό όριο. Αυτό μπορεί να συμβεί, αλλά δεν είναι δεδομένο.
Οι πιστωτές της ευρωζώνης, μπορεί επίσης να αποφασίσουν ότι είναι προς το συμφέρον τους να μιλήσουν για την ελάφρυνση του χρέους για την Ελλάδα σε αυτό το σημείο. Απλά φανταστείτε τη θέση τους.
Εάν η Ελλάδα επρόκειτο να χρεοκοπήσει έναντι όλων των χρεών του επίσημου τομέα, η Γαλλία και η Γερμανία μόνο θα χάσουν περίπου 160 δισ. €. Η Άνγκελα Μέρκελ και ο Φρανσουά Ολάντ θα μείνουν στην ιστορία ως οι μεγαλύτεροι οικονομικοί «losers».
Οι πιστωτές απορρίπτουν μεν τώρα κάθε συζήτηση σχετικά με την ελάφρυνση του χρέους, αλλά αυτό μπορεί να αλλάξει όταν η Ελλάδα αρχίσει την πτώχευση. Αν διαπραγματευτούν, όλοι θα ωφεληθούν. Η Ελλάδα θα παραμείνει στη ζώνη του ευρώ, εφόσον η δημοσιονομική προσαρμογή εξυπηρετεί ένα χαμηλότερο βάρος του χρέους το οποίο θα ήταν πιο ανεκτό. Οι πιστωτές θα είναι σε θέση να καλύψουν μερικές από τις – αλλιώς – σίγουρες – απώλειες.
Η κεντρική ιδέα είναι ότι η Ελλάδα, δεν έχει στην πραγματικότητα τίποτε να χάσει, απορρίπτοντας την προσφορά αυτής της εβδομάδας».