Η κρίση «εκαψε» την ελληνική γούνα στο Ντουμπάϊ – Συνέντευξη Μέλιου Παπατέρπου
Οι Ρώσοι φεύγουν …και αφήνουν πίσω τους λουκέτα – Το «κραχ» στον κλάδο της γούνας διώχνει τα ελληνικά γουναράδικα με τις πολυτελείς εκθέσεις τους από το Ντουμπάι.
Το Εμιράτο της χλιδής αποτέλεσε για σχεδόν μια εικοσαετία το «Ελντοράντο» της ελληνικής γουνοποιίας, που βρήκε στον Περσικό Κόλπο την καλύτερη πελατεία για τα προϊόντα της, ποντάροντας όχι στα πετροδόλαρα των Αράβων, αλλά στα ρούβλια των πολυάριθμων και στην πλειονότητά τους ευκατάστατων Ρώσων τουριστών.
Η ρωσική κρίση, ωστόσο, με τον πόλεμο στην Ουκρανία και την υποτίμηση του ρουβλίου, θόλωσε τη λάμψη της χλιδής, έριξε τις πωλήσεις κάτω από το μισό και επέφερε ισχυρούς κλυδωνισμούς στις δεκάδες ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο Ντουμπάι, έχοντας οδηγήσει ήδη κάποιες απ’ αυτές στο «λουκέτο».
Ο Μέλιος Παπατέρπος, γουνοποιός από την Καστοριά, διατηρεί κατάστημα με γούνες από το 2004 στην Ντέιρα, το ιστορικό κέντρο της παλιάς πόλης του Ντουμπάι, εκεί όπου χτυπά η εμπορική «καρδιά» του Εμιράτου.
«Κάθε ξένος επισκέπτης του Ντουμπάι έχει στο πρόγραμμά του μια επίσκεψη στην Ντέιρα. Εδώ είναι εγκατεστημένα τα περισσότερα καταστήματα γούνας, τα χρυσοχοεία και κάθε λογής άλλα εμπορικά μαγαζιά», λέει στο «Εθνος της Κυριακής».
Ο ίδιος έχει εκλεγεί πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Γούνας του Ντουμπάι, που έχει στη δύναμή της 167 καταστήματα, από τα οποία τα 110 είναι ελληνικών συμφερόντων.
«Διανύουμε μια περίοδο κρίσης, που έχει ως αποτέλεσμα την κατάρρευση των πωλήσεων σε ποσοστό 50%-60% κατά μέσο όρο», επισημαίνει και προσθέτει πως οι επιχειρηματίες του κλάδου δίνουν αγώνα επιβίωσης, προσπαθώντας να αντέξουν με την προσδοκία να έρθει η ανάκαμψη.
«Ηδη έχουν κλείσει κάποια καταστήματα. Αν η κρίση διαρκέσει για 1 με 2 χρόνια ακόμη, θεωρώ πως θα είναι πολλές οι επιχειρήσεις που δεν θα αντέξουν και η παρουσία μας εδώ θα συρρικνωθεί κατά πολύ», σημείωσε.
Ο ίδιος διέψευσε κατηγορηματικά τις φήμες που οργίασαν τον περασμένο Φεβρουάριο στην Καστοριά, φέροντας 15 Καστοριανούς γουναράδες να είναι εγκλωβισμένοι στο Ντουμπάι, καθώς οι Αρχές τους είχαν αφαιρέσει τα διαβατήρια λόγω ανεξόφλητων χρεών στις τράπεζες.
Από τα μέσα του 1990
Οι πρώτες ελληνικές επιχειρήσεις πώλησης γουναρικών στο Ντουμπάι άνοιξαν στα μέσα της δεκαετίας του 1990, από γουνοποιούς της Καστοριάς και της Σιάτιστας Κοζάνης, οι οποίοι εκτίμησαν τη «στροφή» του Εμιράτου στην τουριστική βιομηχανία και διέβλεψαν σωστά τις προοπτικές που διανοίγονταν λόγω της μαζικής εισροής τουριστών από τη Ρωσία, την Κίνα και άλλων εν δυνάμει πελατών τους, με «βαρύ» πορτοφόλι.
Στη δεκαετία του 2000 τα ελληνικά γουναράδικα πολλαπλασιάστηκαν, κάνοντας δυναμική είσοδο στις πλέον πολυσύχναστες και ακριβές περιοχές της πόλης: στους εμπορικούς δρόμους του ιστορικού κέντρου, στα υπερσύγχρονα εμπορικά κέντρα περιμετρικά της πόλης, σε ουρανοξύστες, αλλά και σε πολυτελή παραθαλάσσια ξενοδοχεία.
Εκεί, όπου παραθερίζουν τουρίστες από όλο τον κόσμο με θερμοκρασίες ως και 40 βαθμών υπό σκιά, Ρωσίδες επισκέπτριες μπαίνουν με ενδυμασία? παραλίας στις απαστράπτουσες αίθουσες δοκιμών για να προβάρουν το νέο τους γούνινο παλτό. Στους ίδιους χώρους βρίσκονται και ντόπιες γυναίκες, προβάροντας τα πανωφόρια που θα φορέσουν στις χειμερινές τους εξορμήσεις στις Αλπεις.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, και λόγω της νομοθεσίας στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, οι Ελληνες επιχειρηματίες από την Καστοριά και τη Σιάτιστα ίδρυσαν τις εμπορικές επιχειρήσεις τους με τη συνεργασία κάποιου Αραβα, ο οποίος φαίνεται ως ο νόμιμος εκπρόσωπος, ενώ η φορολογία των κερδών είναι μηδενική.
Πριν από δύο χρόνια λειτουργούσαν στο Ντουμπάι περίπου 150 καταστήματα, που ανήκαν σε 70 ελληνικών συμφερόντων επιχειρήσεις.
Οι περισσότερες έζησαν μια «χρυσή» δεκαετία, με τζίρους που έφτασαν συνολικά μέχρι και τα 70 εκατ. ευρώ ετησίως προ κρίσης. Η ρωσική κρίση ήρθε να αλλάξει τα δεδομένα. Στην περσινή σεζόν -από Σεπτέμβριο του 2013 ως τον Μάιο του 2014- οι Ρώσοι επισκέπτες στο Ντουμπάι μειώθηκαν στο μισό (από 700.000 σε 350.000) και αναμένεται να είναι ακόμη λιγότεροι φέτος.
Επιπλέον, όσοι πηγαίνουν είναι περισσότερο συγκρατημένοι στα έξοδα, ενώ ακόμα και οι πιο ευκατάστατοι οικονομικά δεν υπολογίζονται πλέον ως εν δυνάμει πελάτες.
«Πρόκειται για ανθρώπους που έχουν αγοράσει εδώ εξοχικά σπίτια, έρχονται κάθε χρόνο και έχουν ήδη αγοράσει κάποια παλτό. Δεν είναι ένα προϊόν που το παίρνεις κάθε χρόνο», εξηγεί ο κ. Παπατέρπος.
«Το Ντουμπάι ως αγορά βρίσκεται υπό κατάρρευση και ελπίζει στην ανάκαμψη, όπως ολόκληρος ο κλάδος», εκτιμά ο πρόεδρος του Συνδέσμου Γουνοποιών Καστοριάς, Ηρακλής Καλλισθένης.
«Πολλοί επιχειρηματίες που είχαν 3 ή 4 μαγαζιά εκεί επιλέγουν ως πρώτη κίνηση συντήρησης να κλείσουν το ένα ή τα δύο για να μειώσουν τα έξοδα και αναμένουν τις εξελίξεις. Αλλες μικρότερες δεν άντεξαν και έχουν ήδη επιστρέψει», υπογραμμίζει.
Η φετινή σεζόν βαίνει προς το τέλος της (οι καιρικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή από τον Μάιο ως τον Σεπτέμβριο είναι απαγορευτικές) και πολλά καταστήματα έχουν ήδη κλείσει μέχρι το φθινόπωρο, όταν οι επιχειρηματίες θα κληθούν να σταθμίσουν τα δεδομένα και να δράσουν αναλόγως. «Τα έξοδα λειτουργίας ενός μικρού καταστήματος στο Ντουμπάι υπερβαίνουν τα 150.000 ευρώ τον χρόνο. Πολλοί ενδεχομένως δεν θα αντέξουν. Ως τον Οκτώβριο – Νοέμβριο αναμένουμε εξελίξεις», ανέφερε στο «Εθνος της Κυριακής» ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Καστοριάς και του Ινστιτούτου Ελληνικής Γούνας, Χαράλαμπος Καραταγλίδης.
Βαρύ χτύπημα
Παρά τη βαθιά κρίση που βιώνει, η Ρωσία αποτελεί με χαοτική διαφορά την πρώτη αγορά προορισμού της ελληνικής γούνας. Εννιά στα δέκα γούνινα ρούχα πωλούνται σε Ρώσους, είτε με άμεσες εξαγωγές, είτε έμμεσα, σε Ρωσίδες τουρίστριες κατά τη διάρκεια των διακοπών τους σε ελληνικές τουριστικές περιοχές, στο Ντουμπάι ή σε άλλα μέρη του κόσμου.
Η υποτίμηση του ρωσικού νομίσματος και η κρίση στην Ουκρανία επέφερε βαρύ χτύπημα στην ελληνική γουνοποιία, η οποία είδε τις πωλήσεις της να κάνουν «βουτιά» 70% το 2014 και να διαμορφώνονται σε κάτι παραπάνω από 100 εκατ. ευρώ, έναντι 300 εκατ. το 2013. Η Καστοριά και η Σιάτιστα αποτελούν το μεγαλύτερο κέντρο παραγωγής γούνας στον δυτικό κόσμο. Στην περιοχή λειτουργούν σήμερα 1.100 γουνοποιητικές επιχειρήσεις.
Σε μια προσπάθεια να αντισταθούν στην ολοένα αυξανόμενη διείσδυση της Κίνας στην παγκόσμια αγορά γουναρικών, οι εκπρόσωποι του κλάδου έχουν υιοθετήσει τα τελευταία 2 χρόνια το brand name «Greek Fur» (ελληνική γούνα) που συνοδεύει πλέον τα ελληνικά προϊόντα γούνας ανά τον κόσμο.
Την ερχόμενη εβδομάδα (6-10 Μαΐου) θα φιλοξενηθεί στο νέο υπερσύγχρονο Εκθεσιακό Κέντρο Καστοριάς η 40ή Διεθνής Εκθεση Γούνας, με μειωμένο αριθμό εκθετών, αλλά ελπιδοφόρα παρουσία εμπορικών επισκεπτών από την Ευρώπη, τις ΗΠΑ και την Ασία.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΙΓΝΑΤΙΑΔΗΣ
ethnos.gr