Ζέα: Η επιστροφή του αρχαίου σιταριού
Από την Άννα Μιχαήλ
Αν υπήρχε ένα ψωμί θρεπτικό το οποίο παραγόταν μόνο στην Ελλάδα και η καλλιέργειά του θα προσέφερε υγεία στους καταναλωτές και την πρώτη ύλη για εξαιρετικό εξαγώγιμο προϊόν…στην Ελλάδα θα το απαγορεύαμε!
Δεν είναι αστείο. Ετσι ακριβώς κάναμε πριν από 90 χρόνια, όταν με νόμο Ελευθερίου Βενιζέλου απαγορεύτηκε η καλλιέργεια της ζέας. Η ζέα αφαιρέθηκε από τον Εθνικό κατάλογο σπόρων, απαγορεύτηκε ακόμη και η αναφορά της στα λεξικά και τις εγκυκλοπαίδειες και το μόνο που έμεινε να τη θυμίζει ήταν το λιμάνι Ζέας στον Πειραιά, σημείο φορτοεκφόρτωσης Ζέας, στην αρχαία εποχή. Η πόλη των Αθηνών ονομαζόταν και ζείδωρος, γιατί στο έδαφος της καλλιεργείτο εκτός από την ελιά και το δημητριακό ζειά.
Γύρω από την καλλιέργεια έχει ξεσπάσει το τελευταίο διάστημα ένας “πόλεμος” με κάποιους να υποστηρίζουν ότι πίσω από την τότε απαγόρευση της κρύβονταν συμφέροντα της εποχής για την έλευση των ξένων σιτηρών και κάποιους άλλους να αναφέρουν ότι η αιτία της απόσυρσης της ζέας δεν ήταν άλλη από την χαμηλή της απόδοση σε μία εποχή που υπήρχαν υψηλές ανάγκες για τρόφιμα. Το ΦΕΚ 266 της 5 Αυγούστου του 1926 αναφέρει « Τα άλευρα θα πρέπει να έχουν οξύτητα σε θειϊκό οξύ 0.120%.Τα άλευρα θα πρέπει να περιέχουν υγρά γλουτένη, ουχί μικροτέρα του 26%. Απαγορεύεται, η εισαγωγή αλεύρων μη πληρούντων, των ως άνω διατάξεων, καθώς και η παραγωγή, και η χρησιμοποίηση, προς αρτοποίηση, ή πρός διατροφή των ανθρώπων.»
Η ζέα είναι το αρχαιοελληνικό δίκκοκο στάρι, πλούσιο, σε βιταμίνες ιχνοστοιχεία, μαγνήσιο, χολίνη τα οποία βοηθούν τους διαβητικούς και τους αλκοολικούς, ενώ με υψηλά ποσοστά του αμινοξέος λυσίνη ενεργοποιεί τις ενζυματικές διαδικασίες του μεταβολισμού.Η ζέα βοηθά σε πολλές χρόνιες παθήσεις στο άσθμα, την αϋπνία,την κατάθλιψη, τη χρόνια κόπωση, το ευερέθιστο έντερο ακόμη και τον καρκίνο ενώ αντιμετωπίζει την οστεοπόρωση αφού αν καταναλωθεί μαζί με γιαούρτι πυκνώνει την οστική μάζα, ενισχύει τα οστά και το σμάλτο των δοντιών. Επίσης το αμινοξύ-πρωτεϊνη- χολίνη συμβάλλει στην καλή λειτουργία του εγκεφάλου ενισχύει τη φαντασία και την δημιουργικότητα, όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Χρήστου Κοσμίδη – καλλιεργητή και φανατικού υποστηρικτή της αναβίωσης της ζεάς – “Ιονική Θεραπευτική με βότανα” που είναι υπό έκδοση.
Η δειλή επιστροφή …του εξόριστου σταριού
Σήμερα , καθώς η στροφή στην υγιεινή διατροφή αποτελεί παγκόσμια τάση, η καλλιέργεια της ζέας όπως και άλλων δίκκοκων σταριών επέστρεψε στην Ελλάδα. Μάλιστα αυξάνονται κάθε χρόνο οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις αφού τα παραγόμενα προϊόντα, είτε τα ζυμαρικά είτε το ψωμί είναι υψηλής προστιθέμενης αξίας δημιουργώντας σοβαρό κίνητρο για την εξάπλωσή τους.
Το πρόβλημα όπως μας αναφέρει η κα Δήμητρα Τριανταφύλλου που καλλιεργεί ζέα στην Τιθορέα από το 2010 και σήμερα έχει φτάσει τα 100 στρέμματα, είναι οι λίγες καλλιεργήσιμες εκτάσεις και οι μικρές παραγόμενες ποσότητες αλεύρων στην ελληνική αγορά. «Η ζέα είναι ένας θησαυρός για την υγεία. Μάλιστα είχαμε κάνει συζητήσεις με την εταιρεία Καραμολέγκος για την παραγωγή ψωμιού για τοστ ζέας που θα ήταν ιδανική τροφή για τα παιδιά. Η βιομηχανία χρειάζεται όμως σταθερές και μεγάλες ποσότητες πρώτης ύλης, χιλιάδες τόνους, και θα χρειαστούμε πολλά χρόνια για να επεκτείνουμε τόσο πολύ τις καλλιέργειες ώστε να καλύψουμε τέτοιες ανάγκες» σημειώνει η κα Τριανταφύλλου.
Ο κ. Χ.Κοσμίδης καλλιεργεί 500 στρέμματα ζέας σήμερα που του δίνουν 150 τόνους σπόρους. Οπωςεξηγεί στο WE του News247 αποφάσισε να προχωρήσει και στη μεταποίηση για την παραγωγή ζυμαρικών ζέας, τα οποία έχουν μεγάλη ζήτηση στο εξωτερικό. “Ηδη μόνο μια εταιρεία στη Γερμανία μας έχει ζητήσει 6 τόνους ζυμαρικά το μήνα και μόνο με αυτούς εξασφαλίζουμε την πώληση ολόκληρης της παραγωγής μας για το 2015.
Ανθεκτικές καλλιέργειες
Το δίκοκκο σιτάρι καλλιεργείται μέχρι και σε 1.500 μέτρα υψόμετρο, ακόμα και σε πετρώδη εδάφη. Προσαρμόζεται εύκολα σε άγονα εδάφη, είναι ιδιαίτερα ανθεκτικό σε χαμηλές θερμοκρασίες και στι
ς συνήθεις ασθένειες των άλλων δημητριακών. Το ύψος του φτάνει 85 μέχρι 105 εκ. αλλά δεν πλαγιάζει εύκολα από τον αέρα και τη βροχή, γιατί, όπως είναι δίκοκκος ο σπόρος, φυτρώνει με διπλή ρίζα με μεγάλο θύσανο και έχει πολύ ανθεκτικό στέλεχος. Στη γειτονική Ιταλία, οι αποδόσεις σε σπόρο κυμαίνονται από 60-490 κιλά το στρέμμα, με τον μέσο όρο να διαμορφώνεται στα 250 κιλά το στρέμμα.
Η καλλιέργεια μπορεί να δώσει εύκολα αποδόσεις πάνω από 200 κιλά το στρέμμα, χάρη στην ανθεκτικότητά της σε εχθρούς και ασθένειες, στην ισχυρή ανταγωνιστικότητά της έναντι των ζιζανίων και στις χαμηλές απαιτήσεις της για λίπανση και κυρίως επειδή η ζήτηση κινείται ανοδικά οι καλλιεργούμενες εκτάσεις αυξάνονται κάθε χρόνο.
Αξίζει να σημειωθεί πως στην Ιταλία καλλιεργούνται περίπου 15.000 στρέμματα, στην Τουρκία περισσότερα από 100.000 στρέμματα και στο Βέλγιο 100.000 στρέμματα.
Η κα Δ. Τριανταφύλλου όμως σημειώνει “ότι δεν είναι όλα τα δίκοκκα στάρια το ίδιο ανθεκτικά. Υπάρχουν πολλά δίκοκα σιτάρια όπως το ντίκελ, το έμερ,το όλυρα ή το φάρο και πολλοί τα βάζουν κάτω από την “ταμπέλα” ζέα. Ομως δεν είναι όλα το ίδιο και δεν έχουν τα πλεονεκτήματα του ζέα, δηλαδή δεν είναι τόσο ανθεκτικά, δε δίνουν 300 κιλά το στρέμμα αλλά λιγότερα και δεν έχουν μέχρι 5% γλουτένη όπως το ζέα αλλά ακόμη και 20%”.