Ερώτηση της Θ. Τζάκρη για την κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων στα Νοσοκομεία Έδεσσας και Γιαννιτσών
Η βουλευτής κ. Θ. Τζάκρη κατέθεσε ερώτηση στη Βουλή προς τον Υπουργό Υγείας με την οποία αναφερόμενη σε στοιχεία μελέτης από τη
ν οποία προκύπτει ότι, παρότι η Ελλάδα διαθέτει τους περισσότερους γιατρούς ανάμεσα στις 34 χώρες του ΟΟΣΑ, πολλές περιφερειακές μονάδες παραμένουν υποστελεχωμένες λόγω της απροθυμίας του ιατρικού προσωπικού να δραστηριοποιηθεί εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων και σε στοιχεία που έδωσε το προεδρείο της Ομοσπονδίας Εργαζομένων στα νοσοκομεία (ΠΟΕΔΗΝ) το οποίο εκτιμά ότι οι κενές οργανικές θέσεις νοσηλευτών στα νοσοκομεία ανέρχονται σε 30.000, ζητά:
1) να «ξεπαγώσουν» οι διαδικασίες κρίσης γιατρών προκειμένου να καλυφθούν οι κενές οργανικές θέσεις στα νοσοκομεία Έδεσσας και Γιαννιτσών. Πιο συγκεκριμένα στο Νοσοκομείο της Έδεσσας κρίνεται επιτακτική η πρόσληψη τουλάχιστον 1 ειδικού παθολόγου, 2 μικροβιολόγων, 3 παιδιάτρων, 1 ακτινολόγου, 1 ουρολόγου, 1 ΩΡΛ και 1 οφθαλμιάτρου και στο νοσοκομείο των Γιαννιτσών η πρόσληψη 2 ειδικών παθολόγων, 1 ορθοπεδικού, 2 χειρουργών, 1 γυναικολόγου-μαιευτήρα, 2 παιδιάτρων, 3 ακτινολόγων, 3 μικροβιολόγων, 2 οφθαλμιάτρων, 1 ΩΡΛ προκειμένου να καλυφθούν οι εφημερίες με τους ελάχιστους όρους ασφαλείας.
2) Να δοθεί κάποιο κίνητρο για την προσέλκυση γιατρών προς υπηρέτηση στα περιφερειακά νοσοκομεία της χώρας ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της υποστελέχωσης.
3) Να προχωρήσει ο διαγωνισμός για την πρόσληψη νοσηλευτικού προσωπικού στα νοσοκομεία της χώρας, μεταξύ των οποίων και στα Νοσοκομεία Έδεσσας και Γιαννιτσών που εμφανίζουν ελλείψεις σε ποσοστό 20% επί του συνόλου των οργανικών θέσεων.
———-
Το πλήρες κείμενο της ερώτησης της κ. Τζάκρη έχει ως εξής:
Κύριε Υπουργέ,
Παρότι η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση σε αριθμό γιατρό μεταξύ των 34 χωρών του ΟΟΣΑ, εφόσον στην χώρα μας αναλογούν 6,2 γιατροί ανά 1000 κατοίκους, όταν στην Πορτογαλία αναλογούν 4,1 γιατροί, στην Γερμανία 4, στην Ιταλία 3,9 και στην Ισπανία 3,8 γιατροί ανά 1.000 κατοίκους, πολλές περιφερειακές μονάδες παραμένουν υποστελεχωμένες λόγω της απροθυμίας του ιατρικού προσωπικού να μετακινηθεί εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων.
Οι γιατροί ενδιαφέρονται περισσότερο για τις θέσεις στα μεγάλα κεντρικά νοσοκομεία, αδιαφορώντας για την περιφέρεια και τα μικρότερα νοσηλευτικά ιδρύματα. Στο σύνολο των νοσοκομείων της περιφέρειας, λιγότερες από τις μισές οργανικές θέσεις γιατρών είναι πλέον καλυμμένες. Η κατάσταση επιδεινώνεται χρόνο με τον χρόνο καθώς την τελευταία τριετία έχουν συνταξιοδοτηθεί ή έχουν αποχωρήσει από το Ε.Σ.Υ. 4.000 άνθρωποι. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι κάθε χρόνο περισσότεροι από 5.000 ασθενείς διακομίζονται από την επαρχία σε νοσοκομεία της Αττικής.
Από τον κανόνα αυτό δεν ξεφεύγουν δυστυχώς τα νοσοκομεία της Έδεσσας και των Γιαννιτσών.
Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να καλυφθούν οι εφημερίες στο Γ. Ν. Έδεσσας με τους ελάχιστους όρους ασφαλείας απαιτούνται 4 ή 5 κατ’ ελάχιστον ειδικοί γιατροί σε ενεργή εφημερία και άλλοι τόσοι ειδικευόμενοι σε κάθε κλινική, εργαστήριο ή τμήμα. Στο νοσοκομείο της Έδεσσας προβλέπονται από το Οργανόγραμμα 72 οργανικές θέσεις για ειδικούς γιατρούς, εκ των οποίων τις 41 κατέχουν μόνιμοι και επικουρικοί γιατροί και οι 31 θέσεις είναι κενές.
Οξύτερο πρόβλημα προσωπικού αντιμετωπίζουν οι ακόλουθες κλινικές:
– Στην παθολογική κλινική από τον Οκτώβρη μήνα λόγω της συνταξιοδότησης ενός γιατρού εργάζονται μόνο 3 ειδικοί γιατροί με αποτέλεσμα να μετακινηθεί αναγκαστικά μια ειδική γιατρός από το Κέντρο Υγείας Αριδαίας.
– Το μικροβιολογικό, βιοπαθολογικό και αιματολογικό εργαστήριο απασχολεί 2 μόνο ειδικούς γιατρούς και ελάχιστους παρασκευαστές.
– Στην παιδιατρική κλινική υπάρχει ένας γιατρός και για την κάλυψη των εφημεριών και ξεσπιτώνονται και ταλαιπωρούνται γιατροί από γειτονικά κέντρα υγείας.
– Στο ακτινολογικό εργαστήριο απαιτούνται το λιγότερο 4 ειδικοί γιατροί και εργάζονται μόνο 3. Προβλέπεται δε στο πολύ άμεσο μέλλον να μην υπάρχουν ειδικευόμενοι γιατροί καθώς δεν υποβάλουν αιτήσεις τους τελευταίους 18 μήνες.
– Η ουρολογική κλινική εφημερεύει τις μισές ημέρες του μήνα καθώς υπάρχουν μόνο 2 ειδικοί γιατροί και κανένας ειδικευόμενος.
– Η ΩΡΛ κλινική εφημερεύει 7 μέρες το μήνα καθώς υπηρετεί σ’ αυτήν μόνο μία γιατρός.
– Η οφθαλμολογική κλινική 6 μέρες το μήνα με μία γιατρό επίσης.
Ως εκ τούτου με βάση τα παραπάνω στοιχεία καθίσταται επιτακτική η πρόσληψη τουλάχιστον 1 ειδικού παθολόγου, 2 μικροβιολόγων, 3 παιδιάτρων, 1 ακτινολόγου, 1 ουρολόγου, 1 ΩΡΛ και 1 οφθαλμιάτρου στο νοσοκομείο της Έδεσσας προκειμένου να καλυφθούν οι εφημερίες, οι οποίες, όπως αντιλαμβάνεσθε, καθίστανται επισφαλείς.
Παρόμοια προβλήματα επικρατούν και στο νοσοκομείο Γιαννιτσών. Με δεδομένη την απαγόρευση των προσλήψεων σε ότι αφορά το ιατρικό προσωπικό, οι απώλειες μετά την αποχώρηση γιατρών είναι για την παθολογική κλινική 2 οργανικές θέσεις, για την ορθοπεδική κλινική 1 κενή οργανική θέση, για την χειρουργική κλινική 2 κενές οργανικές θέσεις για την γυναικολογική – μαιευτική κλινική 1 κενή οργανική θέση, για την παιδιατρική κλινική 2 κενές οργανικές θέσεις, για το ακτινολογικό εργαστήριο 3 κενές οργανικές θέσεις, για το μικροβιολογικό εργαστήριο 3 κενές οργανικές θέσεις, για την οφθαλμολογική κλινική 2 κενές θέσεις και για την ΩΡΛ κλινική 1 κενή οργανική θέση.
Επιπρόσθετα στο Γ. Ν. Γιαννιτσών επίκειται η αποχώρηση του νευρολόγου, του γαστρεντερολόγου και της Διευθύντριας του ακτινολογικού εργαστηρίου. Όπως αντιλαμβάνεσθε, η κατάσταση αυτή σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες ελλείψεις θα οδηγήσει πιθανότατα στην άμεση υποβάθμιση του Νοσοκομείου και στην σταδιακή του ερήμωση.
Πέραν του ποσοτικού, το σύνολο των δημοσίων νοσηλευτικών ιδρυμάτων αντιμετωπίζει και ένα σοβαρό ποιοτικό πρόβλημα: το σύστημα Υγείας δεν μπορεί να ανανεωθεί και οι περισσότεροι από τους υπηρετούντες γιατρούς είναι κοντά ή πάνω από την ηλικία των 60 ετών.
Εδώ και πολύ καιρό ακούγεται ότι το Υπουργείο Υγείας θα «ξεπαγώσει» τις διαδικασίες κρίσης γιατρών, προκειμένου να καλυφθούν οι μεγάλες ανάγκες και για τον ίδιο λόγο σχεδιάζει και την υποχρεωτική υπηρεσία υπαίθρου για τους νέους γιατρούς πριν την απόκτηση ειδικότητας. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια ακούμε μάλιστα αμέτρητες υποσχέσεις για τις περίφημες 900 προσλήψεις γιατρών, διαφόρων ειδικοτήτων, αλλά ακόμη δεν έχει προσληφθεί ούτε ένας γιατρός, ενώ ο αριθμός των κενών οργανικών θέσεων έχει εκτιναχθεί στις 6.500, από 2.500 που ήταν πριν από τέσσερα χρόνια.
Μεγάλες είναι και οι ελλείψεις σε νοσηλευτές. Σύμφωνα με την Ομοσπονδία εργαζομένων στα νοσοκομεία (ΠΟΕΔΗΝ), η εικόνα έχει επιδεινωθεί καθώς έχουν συνταξιοδοτηθεί 15.000 εργαζόμενοι. Το Προεδρείο της Ομοσπονδίας εκτιμά ότι οι κενές θέσεις στα νοσοκομεία ανέρχονται πλέον στις 30.000. Οι διοικήσεις οφείλουν κανονικές άδειες και δεκάδες ρεπό σε κάθε εργαζόμενο, ενώ στην νυχτερινή βάρδια κάθε νοσηλεύτρια καλείται να φροντίζει 30 ή και 40 ασθενείς.
Δυστυχώς τα νοσοκομεία της Έδεσσας και των Γιαννιτσών δεν ξεφεύγουν από τον γενικό αυτό κανόνα. Σύμφωνα με τα στοιχεία οι ελλείψεις σε νοσηλευτικό προσωπικό και στα δύο νοσοκομεία ανέρχεται στο 20% περίπου του συνόλου των οργανικών θέσεων, με αποτέλεσμα να μην βγαίνουν οι βάρδιες. Η έλλειψη νοσηλευτών υποβαθμίζει την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, ενώ οι ειδικοί την συνδέουν με την αύξηση του φαινομένου των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων. Οι διοικήσεις των νοσοκομείων διεθνώς αναγνωρίζουν την ανάγκη για έλεγχο των δαπανών, αλλά δίνουν τεράστια σημασία στην αποτελεσματικότερη διάθεση των πόρων που αφορούν το νοσηλευτικό προσωπικό, έχοντας επίγνωση του σημαντικού ρόλου του.
Για τους λόγους αυτούς, ερωτάσθε κ. Υπουργέ:
1) Προτίθεσθε να «ξεπαγώσετε» τις διαδικασίες κρίσης γιατρών προκειμένου να καλυφθούν οι κενές οργανικές θέσεις στα νοσοκομεία Έδεσσας και Γιαννιτσών;
2) Προτίθεσθε να δώσετε κάποιο κίνητρο για την προσέλκυση γιατρών στα περιφερειακά νοσοκομεία της χώρας ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της υποστελέχωσης που παρατηρείται σε πολλές περιφερειακές μονάδες λόγω της απροθυμίας των ιατρικού προσωπικού να δραστηριοποιηθεί εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων;
3) Σε ποιο στάδιο βρίσκεται ο διαγωνισμός που είχε εξαγγελθεί για την πρόσληψη νοσηλευτικού προσωπικο