Δεύτερη η Καστοριά σε όλη την Ελλάδα στη μεγάλη φυγή των καταθέσεων στα χρόνια της κρίσης
Οι καταθέσεις ύψους 100 δισ. ευρώ που έφυγαν από τις τράπεζες την τελευταία δεκαετία, δεν επέστρεψαν πίσω, όταν οι συνθήκες εξομαλύνθηκαν
Η αποταμιευτική ικανότητα νοικοκυριών και επιχειρήσεων είναι ένα στοιχείο που αποτυπώνει την ευρωστία μιας οικονομίας. Τα χρόνια της κρίσης οι Έλληνες καταθέτες, φυσικά και νομικά πρόσωπα, απέσυραν μεγάλο μέρος των καταθέσεων τους από το τραπεζικό σύστημα. Αυτό αρχικά έγινε λόγω της έλλειψης εμπιστοσύνης. Εν συνεχεία οι καταθέσεις αναλώθηκαν για την πληρωμή υποχρεώσεων και κυρίως φόρων.
Το μόνο σίγουρο είναι πως οι καταθέσεις 100 δισ. ευρώ που έφυγαν από τις τράπεζες την τελευταία δεκαετία, δεν επέστρεψαν πίσω, όταν οι συνθήκες για την οικονομία και το τραπεζικό σύστημα εξομαλύνθηκαν. Και αυτό δεν πρόκειται να γίνει στο προσεχές μέλλον, καθώς σε ένα περιβάλλον αρνητικών επιτοκίων όπως το σημερινό, η αύξηση του αποθέματος των καταθέσεων νοικοκυριών και επιχειρήσεων είναι εκ των πραγμάτων αργή, καθώς δεν υπάρχουν ελκυστικές αποδόσεις.
Το «bank run» ήταν μεγάλο στα αστικά κέντρα
Στατιστικά στοιχεία που τηρεί η Τράπεζα της Ελλάδος και τα οποία επεξεργάσθηκε το insider.gr αποτυπώνουν την πορεία των καταθέσεων νοικοκυριών και επιχειρήσεων στη δεκαετία Ιούνιος 2009 – Ιούνιος 2019, ανά περιφερειακή ενότητα. Από τα στοιχεία αυτά αποδεικνύεται πως το «bank run» ήταν μεγάλο στα αστικά κέντρα, Αθήνα και Θεσσαλονίκη, αλλά και σε περιοχές της Βορείου Ελλάδος. Αντιθέτως, η Κρήτη και ειδικά οι Κυκλάδες επηρεάσθηκαν λιγότερο από την εκροή καταθέσεων, κάτι που οφείλεται στα τουριστικά έσοδα, τα οποία στήριξαν τις αποταμιεύσεις.
Είναι ενδεικτικό πως οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων στη Περιφερειακή Ενότητα Αθηνών μειώθηκαν τη δεκαετία Ιούνιος 2009- Ιούνιος 2019 κατά 52,80% ή κατά 65,5 δισ. ευρώ, ήτοι από τα 124,5 δισ. ευρώ στα 58,5 δισ. ευρώ, ενώ στην Περιφέρεια Κυκλάδων μειώθηκαν κατά μόλις 16,59%, ήτοι από τα 2,44 δισ. ευρώ στα 2,04 δισ. ευρώ.
Η ποσοστιαία μεταβολή των τραπεζικών καταθέσεων μεταξύ Ιουνίου 2009 και Ιουνίου 2019 σε περιοχές της Επικράτειας έχει ως εξής: