Έμαθε να ζει με 1500 ευρώ! Το δράμα μιας Ελληνίδας βουλευτή
Έχω γράψει πολλά για τους Έλληνες βουλευτές. Τους έχω κοροϊδέψει και τους έχω αδικήσει πάρα πολλές φορές, ξεχνώντας πως κι αυτοί είναι άνθρωποι με προβλήματα. Και δε μιλώ για τα ψυχολογικά ή τα πνευματικά τους προβλήματα που είναι τόσο φανερά ώστε να προκαλεί κατάπληξη η παντελής αδιαφορία που δείχνουν οι υπηρεσίες ψυχικής υγείας. Μιλάω για τα προβλήματά τους τα οικονομικά. Μιλώ για το δράμα που ζουν οι άνθρωποι που είναι ταγμένοι να εκπροσωπούν το έθνος θυσιάζοντας τα πάντα και πιθανότατα και άλλα είδη προς εξαφάνιση.
Ομολογώ, με συντριβή, πως στην αρχή οι κραυγές αγωνίας των βουλευτών για την οικονομική τους κατάσταση μου φαίνονταν κωμικές. Αισθάνομαι τρομερά άσχημα όταν σκέφτομαι τον τρόπο με τον οποίο είχα αντιμετωπίσει τη συγκλονιστική αποκάλυψη του Δάνη του Τζαμτζή σύμφωνα με την οποία υπάρχουν βουλευτές που από την πείνα αναγκάζονται να ξεραίνουν στο μπαλκόνι τους τα κακά τους και να τα κάνουν παξιμάδια για να τα βουτούν στο τσάι ή τον καφέ τους προκειμένου να ξεγελάσουν την πείνα τους. Τον είχα κοροϊδέψει και ελπίζω να με συγχωρέσει. Ίσως να έφταιγε που η αποκάλυψη αυτή δεν ονομάτιζε τα πρόσωπα του δράματος αν και, εκ των υστέρων, φέρνω στο νου μου κάποιους βουλευτές που από τα λόγια και τις εκφράσεις τους μπορεί, μάλλον εύκολα, κανείς να συμπεράνει πως δεν είναι δυνατόν να τρέφονται με τις ίδιες τροφές που καταναλώνουμε όλοι εμείς που αφενός έχουμε λύσει το πρόβλημα της επιβίωσής μας και αφετέρου δεν παρασυρόμαστε από τη γοητεία της κοπροφαγίας.
Ο ίδιος ο Δάνης ο Τζαμτζής απέφυγε την κοπροφαγία χάρη στις ικανότητές του στο κυνήγι
Με τις τύψεις να με βαραίνουν και προκειμένου να εξιλεωθώ, θέλω να παρουσιάσω το δράμα της βουλευτή Καστοριάς της Νέας της Δημοκρατίας. Της Μαρίας της Αντωνίου. Της Μαρίας που η διαδρομή της ζωής της μπορεί να κατέληξε στο φως της κοινοβουλευτικής έδρας, αλλά ξεκίνησε από το σκοτάδι της φτώχειας. Και μάλιστα όχι μιας κάποιας απλής φτώχειας, αλλά της φτώχειας της καταραμένης. Γιατί η Μαρία η Αντωνίου, αυτή η άξια εκπρόσωπος του λαού της Καστοριάς, έχει γνωρίσει την ανέχεια στο πετσί της. Τόσο βαθιά στο πετσί της που πια της έχει γίνει τατουάζ κι αν τύχει να φορά χαμηλοκάβαλο παντελόνι και κοντό μπλουζάκι, στο κάτω μέρος της μέσης της κάποιος μπορεί να δει γραμμένη με μεγάλα γράμματα τη λέξη «ΑΝΑΙΧΙΑ» (ο τατουατζής ήταν Έλληνας εθνικιστής).
Αν όλα αυτά σας φαίνονται υπερβολικά δεν έχετε παρά να δείτε το βίντεο που ακολουθεί και στο οποίο η Μαρία η Αντωνίου αποκαλύπτει (για πολλοστή φορά αλλά τις προηγούμενες, δυστυχώς, δεν τις πήρα χαμπάρι) πως στη ζωή της έχει μάθει να ζει και με 1.500 ευρώ. Διατηρώντας την αξιοπρέπειά της δεν αποκαλύπτει το διάστημα στο οποίο έζησε με 1.500 ευρώ, αν και κάποιες καλά ενημερωμένες πηγές κάνουν λόγο για έναν ολόκληρο μήνα! Εγώ, πάλι, σκεπτόμενος πως ακόμα και η καταραμένη η φτώχεια έχει όριο, το υπολογίζω κάπου ανάμεσα στη βδομάδα και τις 10 ημέρες. Όπως και να έχει, αυτά είναι λεπτομέρειες που δεν πρέπει να μας αφορούν. Αυτό που πρέπει να μας αφορά είναι το δράμα που έχει περάσει αυτή η γυναίκα. Ένα δράμα που σίγουρα θα συγκινήσει αλλά και θα προβληματίσει γόνιμα (χωρίς μέτρα αντισύλληψης δηλαδή) κάθε ευαίσθητο Έλληνα που, παρακολουθώντας την ίδια τη Μαρία την Αντωνίου να κάνει τη συγκλονιστική αποκάλυψη, δεν αποκλείεται με δάκρυα στα μάτια να αναρωτηθεί φωναχτά «ΤΙ ΚΑΝΕΙ Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ;»
[youtube https://www.youtube.com/watch?v=l6KylgZAUFQ]
Ένα τέτοιο μήνυμα ανέβασε στη σελίδα της στο face το book τις προάλλες. Ένα μήνυμα στο οποίο γράφει πως η ίδια είναι ένα «τέντι γκελ» και ζητά να την κουρέψουν. Το κούρεμα το καταλαβαίνω εύκολα, καθώς είναι ένα γνώρισμα των ασυμβίβαστων γυναικών όλων των αιώνων με φωτεινότερο παράδειγμα τη Ζαν την Ντ’ Αρκ. Αυτό που με προβληματίζει είναι ο χαρακτηρισμός «τέντι γκελ». Το να εννοεί πως μοιάζει με την τροχιά που ακολουθεί ένα αρκουδάκι όταν το πετάς στο πάτωμα και μπιστάει μού φαίνεται μια εξαιρετικά απλοϊκή εξήγηση η οποία δεν ταιριάζει με το σύνθετο της σκέψης της, αλλά ούτε και με το σύνθετο που κοσμεί το σαλόνι της. Το να γράφει κατά λάθος «γκελ» το gel και να εννοεί πως είναι ένα ζελέ με το οποίο περιποιούνται το τρίχωμά τους τα αρκουδάκια, μου φαίνεται επίσης απίθανο. Η Ραχήλ δεν κάνει τέτοια λάθη. Να μην ξεχνάμε πως πρόκειται για μια γυναίκα η οποία –κατά δήλωσή της– διάβασε Μαρξ στα 12 της έτη, αν και ποτέ δεν διευκρίνισε ποιο έργο του της άρεσε περισσότερο, αν και μαντεύω πως ήταν το «Μια Νύχτα στην Όπερα». Κατά συνέπεια, για μένα, τον αμύητο στην αντίσταση, το μυστήριο του μηνύματος μάλλον θα παραμείνει άλυτο. Ελπίζω μόνο να φτάσει στους παραλήπτες του και να βοηθήσει στον αγώνα για τη λευτεριά και μπράβο του.
ΜΑΝΟΣ ΒΟΥΛΑΡΙΝΟΣ
athensvoice.gr